Η αντιμετώπιση των μαθησιακών δυσκολιών είναι ίσως το δυσκολότερο κομμάτι και το πιο σημαντικό Είναι ο τελικός μας στόχος, είναι η Ιθάκη μας. Όμως η επιτυχής αντιμετώπιση δεν είναι πάντα εύκολη. Εξαρτάται από την αιτιολογία, τα χαρακτηριστικά των μαθησιακών δυσκολιών, την αναλυτική διαγνωστική αξιολόγηση, τον έγκαιρο προσδιορισμό αυτών, την επιστημονική κατάρτιση των εκπαιδευτικών σε θέματα μαθησιακών δυσκολιών οι οποίοι θα ασχοληθούν με το πρόγραμμα παρέμβασης, από τη στάση της οικογένειας και το πόσο συνεργάσιμοι είναι οι γονείς για να υποστηρίξουν ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης.

Ο εντοπισμός και η διάγνωση των παιδιών με διαταραχή της ανάγνωσης αποτελεί μεν το πρώτο βήμα αλλά δεν επαρκεί αν δεν ακολουθείται από άμεση παρέμβαση. Για να βοηθηθεί ο μαθητής χρειάζεται ένα δομημένο πρόγραμμα εξατομικευμένης παρέμβασης που θα περιλαμβάνει δραστηριότητες για την ανάπτυξη της ακουστικής προσοχής, της ακουστικής διάκρισης, της ακουστικής και οπτικής μνήμης και της οπτικής αντίληψης. Επιπλέον, χρειάζεται εξάσκηση στη βραχύχρονη μνήμη και στη φωνημική/φωνολογική ενημερότητα.

Η διδασκαλία των μεταγνωστικών στρατηγικών μάθησης καθώς και των στρατηγικών αυτο-παρακολούθησης, αυτο-διόρθωσης και αυτο-αξιολόγησης επίσης ωφελεί πολύ τους μαθητές και κρίνεται αναγκαία αφού μαθαίνουν να καθοδηγούν τους εαυτούς τους και να ελέγχουν την πρόοδό τους. Ακόμη, είναι αποδεδειγμένο ότι τα παιδιά ανταποκρίνονται πολύ περισσότερο όταν χρησιμοποιούνται θετικοί ενισχυτές (αμοιβές). Μάλιστα, οι αμοιβές είναι πιο αποτελεσματικές όταν πρόκειται για επιθυμητές δραστηριότητες (π.χ. υπολογιστής, γυμναστική) σε σχέση με υλικές αμοιβές και χρειάζεται να λαμβάνονται υπόψιν οι προτιμήσεις του παιδιού. Στο εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης πρέπει να τίθεται κάθε φορά ένας στόχος και μετά την εκπλήρωσή του ο επόμενος. Στην πορεία είναι αναγκαίο να αξιολογείται η πορεία της παρέμβασης ώστε να αναπροσαρμόζεται όπου χρειάζεται. Εκτός από το δομημένο πρόγραμμα εξατομικευμένης παρέμβασης είναι πολύ σημαντικό οι μαθητές με διαταραχή της ανάγνωσης να έχουν ψυχοσυναισθηματική στήριξη για να ενισχυθεί η αυτοπεποίθησή τους και να αντιμετωπιστούν όποιες συναισθηματικές δυσκολίες μπορεί να αντιμετωπίζουν.

Όσον αφορά το σχολικό πλαίσιο, ο ρόλος του εκπαιδευτικού σήμερα είναι πολυδιάστατος και γι’αυτό οφείλει να είναι επιμορφωμένος και επιστημονικά καταρτισμένος. Χρειάζεται να κατέχει γνώσεις από διάφορα επιστημονικά πεδία (εξελικτική ψυχολογία, εκπαιδευτική ψυχολογία κ.α.), να έχει συναίσθηση του ρόλου του και πάνω από όλα να αγαπά αυτό που κάνει. Η απόκτηση της γνώσης δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Όλοι οι μαθητές δεν προσλαμβάνουν την γνώση με τον ίδιο τρόπο και τον ίδιο ρυθμό, γι’αυτό χρειάζεται να βρίσκει τις κατάλληλες μεθόδους για να προσαρμόζει τη διδασκαλία του. Ο εκπαιδευτικός θα πρέπει πάντα να έχει στο μυαλό του ότι δεν προσφέρει μόνο γνώσεις και μάθηση αλλά συντελεί στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και του χαρακτήρα των μαθητών καθώς και στην κοινωνική τους ενσωμάτωση. Γι’αυτό είναι απαραίτητο να έχει συναισθηματική επαφή με τους μαθητές του, να έχει δεξιότητες επικοινωνίας, να είναι ευγενικός, διαθέσιμος, ενθαρρυντικός και να μπορεί να λειτουργήσει  ως πρότυπο για τα παιδιά. Επιπλέον, ένας ακόμη λόγος που καθιστά σημαντικό το έργο του εκπαιδευτικού είναι το γεγονός ότι η σχολική ηλικία αποτελεί μια περίοδο κατά την οποία η ποιότητα της αλληλεπίδρασης των παιδιών με το περιβάλλον τους θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξή τους στην εφηβεία και στην ενήλικη ζωή. Ο εκπαιδευτικός είναι αυτός που μπορεί να δώσει την ώθηση στο μαθητή να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του και τη στάση του με το σχολείο, την οικογένεια και την κοινωνία, να τον βοηθήσει να πραγματοποιήσει τους στόχους του και να γίνει υπεύθυνος και ανεξάρτητος.

Είναι αποδεδειγμένο ότι οι μαθητές με ήπιες μαθησιακές διαταραχές όπως η διαταραχή της ανάγνωσης μαθαίνουν πολύ πιο καλά σε μια τάξη γενικής εκπαίδευσης παρά σε τάξεις ειδικής αγωγής. Για να διευκολυνθεί η σχολική ένταξη χρειάζεται να υπάρχουν κατάλληλα και ευέλικτα εκπαιδευτικά προγράμματα καθώς και στελέχωση του σχολείου από διεπιστημονική ομάδα σχολικού ψυχολόγου και ειδικού παιδαγωγού όπου θα πραγματοποιούν την αξιολόγηση του μαθητή και θα σχεδιάζουν από κοινού μαζί με το δάσκαλο της τάξης ένα εξατομικευμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα με βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους. Είναι αναγκαίο να επενδύσει η πολιτεία στην πρώιμη παρέμβαση υψηλής ποιότητας, να δημιουργηθούν οι απαραίτητες δομές και τα κατάλληλα προγράμματα ώστε οι δυσλεκτικοί μαθητές να μπορούν να ενσωματωθούν ομαλά στο σχολείο γενικής εκπαίδευσης.